Παρασκευή 25 Μαΐου 2018


Η σφραγίδα

Σε μακρινό νησί δίχως φάρο
σε συνάντησα
 ψυχή και σώμα
στη σιωπή
στη λήθη

 Με του Νερούδα
τα διψασμένα κύματα
καλπάσαμε
 τη σφραγίδα της φωτιάς
έχοντας στα μάτια
 και τη γλώσσα

 Κι ήσουν εσύ
η άλλη όψη της ελπίδας
που πάση θυσία
ν’ αδράξω θέλησα
και να ασπαστώ.


Xωρίς επιστροφή

Τρέχουν οι ώρες μου διψασμένες
πάνω στην πυρωμένη άσφαλτο
ανάμεσα σε βρώμικους τοίχους
 και θλιβερά συρματοπλέγματα κυλούν
 παράδεισο φεγγαρόλουστο γυρεύουν
δροσοσταλιές νερού στα φύλλα.

Τυφλά παιδιά ακριβοδίκαιο κυνηγητό
 θαρρούν πως παίζουν με του χρόνου
 το αδάμαστο μπαλόνι.

Και δε βλέπουν πώς θέριεψαν
   τα αγκάθια στον κήπο.
Δε βλέπουν πως δεν υπάρχει
  επιστροφή.